Α' Κείμενο & μετάφραση
[81] οἱ μὲν οὖν Πελοποννήσιοι τῆς νυκτὸς εὐθὺς
κατὰ τάχος ἐκομίζοντο ἐπ᾿ οἴκου παρὰ τὴν γῆν· καὶ ὑπερενεγκόντες τὸν Λευκαδίων ἰσθμὸν
τὰς ναῦς, ὅπως μὴ περιπλέοντες ὀφθῶσιν, ἀποκομίζονται. Κερκυραῖοι δὲ αἰσθόμενοι
τάς τε Ἀττικὰς ναῦς προσπλεούσας τάς τε τῶν πολεμίων οἰχομένας, λαβόντες τούς
τε Μεσσηνίους ἐς τὴν πόλιν ἤγαγον πρότερον ἔξω ὄντας, καὶ τὰς ναῦς περιπλεῦσαι
κελεύσαντες ἃς ἐπλήρωσαν ἐς τὸν Ὑλλαϊκὸν λιμένα, ἐν ὅσῳ περιεκομίζοντο, τῶν ἐχθρῶν
εἴ τινα λάβοιεν, ἀπέκτεινον· καὶ ἐκ τῶν νεῶν ὅσους ἔπεισαν ἐσβῆναι ἐκβιβάζοντες
ἀπεχρῶντο, ἐς τὸ Ἥραιόν τε ἐλθόντες τῶν ἱκετῶν ὡς πεντήκοντα ἄνδρας δίκην ὑποσχεῖν
ἔπεισαν καὶ κατέγνωσαν πάντων θάνατον. οἱ δὲ πολλοὶ τῶν ἱκετῶν, ὅσοι οὐκ ἐπείσθησαν,
ὡς ἑώρων τὰ γιγνόμενα, διέφθειρον αὐτοῦ ἐν τῷ ἱερῷ ἀλλήλους, καὶ ἐκ τῶν δένδρων
τινὲς ἀπήγχοντο, οἱ δ᾿ ὡς ἕκαστοι ἐδύναντο ἀνηλοῦντο. ἡμέρας τε ἑπτά, ἃς ἀφικόμενος
ὁ Εὐρυμέδων ταῖς ἑξήκοντα ναυσὶ παρέμεινε, Κερκυραῖοι σφῶν αὐτῶν τοὺς ἐχθροὺς
δοκοῦντας εἶναι ἐφόνευον, τὴν μὲν αἰτίαν ἐπιφέροντες τοῖς τὸν δῆμον καταλύουσιν,
ἀπέθανον δέ τινες καὶ ἰδίας ἔχθρας ἕνεκα, καὶ ἄλλοι χρημάτων σφίσιν ὀφειλομένων
ὑπὸ τῶν λαβόντων· πᾶσά τε ἰδέα κατέστη θανάτου, καὶ οἷον φιλεῖ ἐν τῷ τοιούτῳ γίγνεσθαι,
οὐδὲν ὅτι οὐ ξυνέβη καὶ ἔτι περαιτέρω. καὶ γὰρ πατὴρ παῖδα ἀπέκτεινε καὶ ἀπὸ τῶν
ἱερῶν ἀπεσπῶντο καὶ πρὸς αὐτοῖς ἐκτείνοντο, οἱ δέ τινες καὶ περιοικοδομηθέντες ἐν
τοῦ Διονύσου τῷ ἱερῷ ἀπέθανον.
ΚΕΙΜΕΝΟ
ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ
|
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
ΣΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ
|
(§81)
οἱ μὲν οὖν Πελοποννήσιοι
|
Και
οι Πελοποννήσιοι
|
εὐθὺς τῆς νυκτὸς
|
αμέσως
κατά τη νύκτα
|
ἐκομίζοντο κατὰ τάχος
|
ταξίδευαν
γρήγορα
|
ἐπ᾿ οἴκου
|
προς
την πατρίδα τους
|
παρὰ τὴν γῆν·
|
κοντά
στη στεριά.
|
καὶ ὑπερενεγκόντες τὰς
ναῦς
|
Και
αφού μετέφεραν τα πλοία
|
τὸν Λευκαδίων ἰσθμὸν,
|
πάνω
από τον ισθμό της Λευκάδας,
|
ὅπως μὴ ὀφθῶσιν
|
για
να μη γίνουν αντιληπτοί
|
περιπλέοντες,
|
κάνοντας
το γύρο (του νησιού),
|
ἀποκομίζονται.
|
απομακρύνονται.
|
Κερκυραῖοι δὲ
|
Και
οι Κερκυραίοι,
|
αἰσθόμενοι προσπλεούσας
|
όταν
αντιλήφθηκαν ότι πλησιάζουν
|
τάς τε Ἀττικὰς ναῦς
|
τα
αθηναϊκά πλοία,
|
τάς τε τῶν πολεμίων
|
ενώ
αυτά των εχθρών
|
οἰχομένας,
|
να
έχουν φύγει,
|
λαβόντες
|
αφού
πήραν,
|
ἤγαγον ἐς τὴν πόλιν
|
οδήγησαν
στην πόλη
|
τούς τε Μεσσηνίους
|
τους
Μεσσήνιους
|
ὄντας πρότερον ἔξω,
|
που
ήταν πιο πριν έξω.
|
καὶ κελεύσαντες τὰς
ναῦς
|
Και,
αφού διέταξαν τα πλοία
|
ἃς ἐπλήρωσαν
|
που
επάνδρωσαν,
|
περιπλεῦσαι
|
να
πλεύσουν γύρω γύρω
|
ἐς τὸν Ὑλλαϊκὸν λιμένα,
|
προς
το Υλλαϊκό λιμάνι,
|
ἐν ὅσῳ περιεκομίζοντο,
|
όσο
μεταφέρονταν,
|
εἴ λάβοιεν
|
κάθε
φορά που συνελάμβαναν
|
τινα τῶν ἐχθρῶν,
|
κάποιον
από τους εχθρούς,
|
ἀπέκτεινον·
|
τον
σκότωναν.
|
ἐκβιβάζοντες
|
Και,
αφού αποβίβαζαν
|
καὶ ἐκ τῶν νεῶν
|
από
τα πλοία
|
ὅσους ἔπεισαν
|
όσους
έπεισαν
|
ἐσβῆναι
|
να
επιβιβαστούν,
|
ἀπεχρῶντο,
|
τους
θανάτωναν,
|
ἐλθόντες τε ἐς τὸ Ἥραιόν
|
και
αφού ήρθαν στο ναό της Ήρας
|
ἔπεισαν ὡς πεντήκοντα
ἄνδρας
|
Έπεισαν
περίπου πενήντα άντρες
|
τῶν ἱκετῶν
|
από
τους ικέτες
|
ὑποσχεῖν δίκην
|
να
δεχτούν να δικαστούν
|
καὶ κατέγνωσαν πάντων
|
και
τους καταδίκασαν όλους
|
θάνατον.
|
σε
θάνατο.
|
οἱ δὲ πολλοὶ τῶν ἱκετῶν,
|
Οι
περισσότεροι όμως από τους ικέτες,
|
ὅσοι οὐκ ἐπείσθησαν,
|
όσοι
δεν πείστηκαν,
|
ὡς ἑώρων τὰ γιγνόμενα,
|
καθώς
έβλεπαν αυτά που γίνονταν,
|
διέφθειρον ἀλλήλους
|
αλληλοσκοτώνονταν
|
αὐτοῦ ἐν τῷ ἱερῷ,
|
εκεί
μέσα στο ιερό.
|
καὶ ἐκ τῶν δένδρων
|
Και
από τα δέντρα
|
τινὲς ἀπήγχοντο,
|
μερικοί
απαγχονίζονταν,
|
οἱ δ᾿ ἀνηλοῦντο
|
ενώ
άλλοι τερμάτιζαν τη ζωή τους,
|
ὡς ἕκαστοι ἐδύναντο.
|
όπως
ο καθένας μπορούσε.
|
ἡμέρας τε ἑπτά,
|
Και
για επτά ημέρες,
|
ἃς παρέμεινε
|
κατά
τις οποίες έμεινε,
|
ἀφικόμενος ὁ Εὐρυμέδων
|
αφότου
ήρθε ο Ευρυμέδοντας
|
ταῖς ἑξήκοντα ναυσὶ,
|
με
τα εξήντα πλοία,
|
Κερκυραῖοι ἐφόνευον
|
οι
Κερκυραίοι σκότωναν
|
σφῶν αὐτῶν
|
από
τους συμπολίτες τους
|
τοὺς δοκοῦντας
|
όσους
θεωρούνταν
|
εἶναι ἐχθροὺς,
|
ότι
ήταν εχθροί τους,
|
ἐπιφέροντες μὲν τὴν
αἰτίαν
|
αποδίδοντας
βέβαια την ευθύνη
|
τοῖς καταλύουσιν
|
σε
όσους προσπαθούσαν να καταλύσουν
|
τὸν δῆμον,
|
τη
δημοκρατία,
|
ἀπέθανον δέ τινες
|
και
πέθαναν μερικοί
|
καὶ ἕνεκα ἰδίας ἔχθρας,
|
και
εξαιτίας προσωπικής έχθρας,
|
καὶ ἄλλοι
|
και
άλλοι
|
ὑπὸ τῶν λαβόντων
|
από
τους χρεοφειλέτες τους
|
ὀφειλομένων χρημάτων
σφίσιν·
|
για
χρήματα που τους οφείλονταν.
|
κατέστη τε
|
Και
παρουσιάστηκε
|
πᾶσά ἰδέα θανάτου,
|
κάθε
μορφή θανάτου,
|
καὶ οἷον φιλεῖ
|
και
απ’ ότι συνηθίζεται
|
γίγνεσθαι
|
να
γίνεται
|
ἐν τῷ τοιούτῳ,
|
σε
παρόμοιες περιστάσεις,
|
οὐδὲν ὅτι οὐ ξυνέβη
|
τίποτε
δεν υπάρχει που να μην έγινε
|
καὶ ἔτι περαιτέρω.
|
και
ακόμη χειρότερα.
|
καὶ γὰρ πατὴρ
|
Και
γιατί ο πατέρας
|
ἀπέκτεινε παῖδα
|
σκότωνε
το παιδί
|
καὶ ἀπεσπῶντο
|
και
απομακρύνονταν
|
ἀπὸ τῶν ἱερῶν
|
από
τα ιερά
|
καὶ ἐκτείνοντο πρὸς
αὐτοῖς,
|
και
φονεύονταν κοντά σ’ αυτά.
|
οἱ δέ τινες
|
Και
μερικοί,
|
καὶ περιοικοδομηθέντες
|
αφού
κλείστηκαν ολόγυρα με τοίχο,
|
ἀπέθανον
|
πέθαναν
|
ἐν τοῦ Διονύσου τῷ ἱερῷ.
|
μέσα
στο ναό του Διονύσου.
|
Β' Ερμηνευτικά σχόλια
Οι Πελοποννήσιοι στο αγκυροβόλιό τους στα Σύβοτα πληροφορούνται με φρυκτωρίες την επικείμενη άφιξη αθηναϊκού στόλου 60 πλοίων. Μετά την πληροφορία αυτή "ἐκομίζοντο κατὰ τάχος ἐπ᾿ οἴκου", δηλαδή επιστρέφουν στη βάση τους (μάλλον στην Κυλλήνη) και μάλιστα πολύ γρήγορα. Η βιασύνη αυτή ίσως να υποδηλώνει φόβο μπροστά στην αριθμητική (και κυρίως ποιοτική) υπεροχή του αθηναϊκού στόλου. Είχαμε δει την αδυναμία του πελοποννησιακού στόλου των 63 πλοίων να αντιμετωπίσουν επιτυχώς τον αθηναϊκό στόλο των 12 πλοίων. Μπορούμε να υποθέσουμε τι θα συμβεί τώρα που ο αθηναϊκός στόλος θα αριθμεί (60+12=) 72 πλοία. Μάλιστα οι Πελοποννήσιοι όχι μόνο σπεύδουν να απομακρυνθούν ταχύτατα από την περιοχή, αλλά επιθυμούν να αποφύγουν οποιαδήποτε συνάντηση με τους Αθηναίους. Γι' αυτό το λόγο πλέουν πολύ κοντά στην ακτή ενώ χρησιμοποιούν τον ισθμό της Λευκάδας (το στενό σημείο στο οποίο συναντιούνται η Στερεά Ελλάδα με την Λευκάδα), σε αντίθεση με τους Αθηναίους που χρησιμοποιούν την εξωτερική πλευρά από την Λευκάδα ("καὶ ὑπερενεγκόντες τὰς ναῦς τὸν Λευκαδίων ἰσθμὸν"). Κάτω από τις συνθήκες αυτές οι Πελοποννήσιοι "ἀποκομίζονται", δηλαδή απομακρύνονται, αφήνοντας στο έλεος των αντιπάλων τους του ολιγαρχικούς Κερκυραίους.
Οι Κερκυραίοι δεν αργούν να αντιληφθούν την αποχώρηση του πελοποννησιακού στόλου και να πληροφορηθούν την επικείμενη άφιξη του αθηναϊκού ("αἰσθόμενοι προσπλεούσας τάς τε Ἀττικὰς ναῦς τάς τε τῶν πολεμίων οἰχομένας"). Αυτά τα γεγονότα σηματοδοτούν και την έναρξη πράξεων αντεκδίκησης και ωμοτήτων εκ μέρους των δημοκρατικών οι οποίοι πλέον αισθάνονται "κυρίαρχοι" του παιχνιδιού με την παρουσία τόσο μεγάλων συμμαχικών δυνάμεων. Κάτω από τις συνθήκες αυτές, οι εξελίξεις παρουσιάζονται σαν πράξεις τραγωδίας με πραγματικούς, δυστυχώς, ήρωες και πραγματικά απάνθρωπες ενέργειες.
Η πρώτη πράξη του έργου ξεκινάει με την μεταφορά των Μεσσήνιων οπλιτών από τους δημοκρατικούς μέσα στην πόλη της Κέρκυρας (τη σημερινή Παλαιόπολη, στην περιοχή του Κανονιού). Οι Μεσσήνιοι, φανατικοί φιλοαθηναίοι και δημοκρατικοί, αντιμετώπιζαν, εξαιτίας των προσωπικών παθών τους, κάθε ολιγαρχικό ως αντίπαλο που έπρεπε να εξοντωθεί. Η είσοδος τους στην πόλη προοιωνίζει και την δημιουργία κλίματος τρομοκρατίας, το οποίο δεν θα αργήσει να έρθει.
Στη συνέχεια, οι δημοκρατικοί μεταφέρουν τα 30 πλοία από το λιμάνι του Αλκίνοου (σημερινή περιοχή της Γαρίτσας) στον Υλλαϊκό λιμένα (σημερινή λιμνοθάλασσα Χαλικιόπουλου, περιοχή αερολιμένα Κέρκυρας). Η μεταφορά αυτή εξηγείται από το γεγονός ότι το λιμάνι του Αλκίνοου βρισκόταν στην περιοχή γύρω από την αρχαία αγορά της Κέρκυρας που κυριαρχούσαν οι ολιγαρχικοί, και γι' αυτό οι δημοκρατικοί θέλουν να τους μεταφέρουν σε μια περιοχή που κυριαρχούν οι ίδιο για να τους ελέγχουν. Ωστόσο, τα συσσωρευμένα πάθη είναι τόσο πολλά, ώστε η σφαγή να πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια της μετακίνησης από το λιμάνι του Αλκίνοου στον Υλλαϊκό λιμένα ("εἴ λάβοιεν τινα τῶν ἐχθρῶν, ἀπέκτεινον"). Μέσα δηλαδή στα πλοία, όταν εντοπίζεται ένας ολιγαρχικός δολοφονείται με συνοπτικές διαδικασίες. Οι δημοκρατικοί δολοφονούν εν ψυχρώ αυτούς τους οποίους μέχρι πριν από λίγο ικέτευαν να επανδρώσουν τα πλοία για να αντιμετωπίσουν τους επιδρομείς. Και όταν τα πλοία καταφτάνουν στον Υλλαϊκό λιμένα όσοι από τους ολιγαρχικούς πείθονται να αποβιβαστούν, εκτελούνται ("καὶ ἐκ τῶν νεῶν ὅσους ἔπεισαν ἐσβῆναι ἀπεχρῶντο").
Σε δεύτερο επίπεδο, οι δημοκρατικοί πείθουν 50 από τους ικέτες που βρίσκονταν στο ναό της Ήρας, ότι θα τους δικάσουν (δίκαια), όμως τους καταδίκασαν όλους με την ποινή του θανάτου. Προφανώς η κατηγορία συνδεόταν με την κατάλυση του πολιτεύματος, τη δολοφονία των δημοκρατικών βουλευτών και την πολιτική αναταραχή. Είναι όμως ξεκάθαρο ότι στόχος των δημοκρατικών δεν είναι η απόδοση της δικαιοσύνης αλλά η βιολογική εξόντωση των πολιτικών τους αντιπάλων. Στην ουσία οι δημοκρατικοί εξαπατούν τους ολιγαρχικούς, με τον χειρότερο μάλιστα δυνατό τρόπο, επειδή ακριβώς ό,τι συμβαίνει σχετίζεται με ανθρώπινες ζωές. Οι υπόλοιποι από τους ικέτες, βλέποντας αυτήν την παρωδία δίκης, συνειδητοποιούν ότι πλέον δεν έχουν καμία ελπίδα να σωθούν και καταλαμβάνονται από απόγνωση, αφού είτε αυτοκτονούν είτε σκοτώνουν ο ένας τον άλλο. Ακόμη και ο "ψυχρός" και ουδέτερος απέναντι στα γεγονότα Θουκυδίδης δεν μένει ασυγκίνητος, ούτε διστάζει να παρουσιάσει διεξοδικά την ανθρώπινη τραγωδία που ξετυλιγόταν εκείνη τη στιγμή στο νησί. Πολύ αργότερα, τον 1ο αι. π.Χ., ένας άλλος ιστορικός, ο Διόδωρος ο Σικελιώτης ανεβάζει τον αριθμό των νεκρών από τις ενέργειες αυτές σε 1500 άτομα, χωρίς, ωστόσο, αυτός ο αριθμός να μπορεί να επιβεβαιωθεί ή να διαψευσθεί.Οπωσδήποτε τα κίνητρα της σφαγής δεν είναι μόνο πολιτικά, και εδώ ο Θουκυδίδης παρουσιάζει τα προσωπικά και τα οικονομικά. Κατά συνέπεια πολλοί άνθρωποι δολοφονήθηκαν είτε εξαιτίας κάποιας προσωπικής έχθρας είτε οικονομικών διαφορών, όπως κάποιο δάνειο που οφειλόταν και αυτός που το είχε λάβει δεν ήθελε να το επιστρέψει. Τα κίνητρα των δολοφονιών αυτών είναι απάνθρωπα και μικρόψυχα (εξάλλου ποιο κίνητρο για ανθρωποκτονία θα μπορούσε να είναι μεγαλόψυχο;).
Σε πλήρη αντιδιαστολή με το Νικόστρατο, ο οποίος είχε επιδείξει μεγαλοψυχία, σεβασμό και μετριοπάθεια έναντι των Κερκυραίων (ακόμη και των ολιγαρχικών) προσπαθώντας - έστω και μάταια- να επιβάλλει την ειρήνευση, ο Ευρυμέδοντας (ενδεχομένως ιεραρχικά ανώτερος του Νικόστρατου) δείχνει παγερή αδιαφορία έναντι της σφαγής που πραγματοποιείται στην Κέρκυρα και δεν παρεμβαίνει σε κανέναν τομέα, αφήνοντας τους δημοκρατικούς να κυριαρχούν στο νησί. Ο Θουκυδίδης, χωρίς να ασκεί κάποια άμεση κριτική εναντίον του Ευρυμέδοντα, αναφέρει απλά την παρουσία του ("ἀφικόμενος ὁ Εὐρυμέδων"). Έστω και με αυτόν τον τρόπο, ο ιστορικός θέτει έμμεσα το ερώτημα "τι έκανε για όλα αυτά ο Ευρυμέδοντας;".
Οι Κερκυραίοι δεν αργούν να αντιληφθούν την αποχώρηση του πελοποννησιακού στόλου και να πληροφορηθούν την επικείμενη άφιξη του αθηναϊκού ("αἰσθόμενοι προσπλεούσας τάς τε Ἀττικὰς ναῦς τάς τε τῶν πολεμίων οἰχομένας"). Αυτά τα γεγονότα σηματοδοτούν και την έναρξη πράξεων αντεκδίκησης και ωμοτήτων εκ μέρους των δημοκρατικών οι οποίοι πλέον αισθάνονται "κυρίαρχοι" του παιχνιδιού με την παρουσία τόσο μεγάλων συμμαχικών δυνάμεων. Κάτω από τις συνθήκες αυτές, οι εξελίξεις παρουσιάζονται σαν πράξεις τραγωδίας με πραγματικούς, δυστυχώς, ήρωες και πραγματικά απάνθρωπες ενέργειες.
Η πρώτη πράξη του έργου ξεκινάει με την μεταφορά των Μεσσήνιων οπλιτών από τους δημοκρατικούς μέσα στην πόλη της Κέρκυρας (τη σημερινή Παλαιόπολη, στην περιοχή του Κανονιού). Οι Μεσσήνιοι, φανατικοί φιλοαθηναίοι και δημοκρατικοί, αντιμετώπιζαν, εξαιτίας των προσωπικών παθών τους, κάθε ολιγαρχικό ως αντίπαλο που έπρεπε να εξοντωθεί. Η είσοδος τους στην πόλη προοιωνίζει και την δημιουργία κλίματος τρομοκρατίας, το οποίο δεν θα αργήσει να έρθει.
Στη συνέχεια, οι δημοκρατικοί μεταφέρουν τα 30 πλοία από το λιμάνι του Αλκίνοου (σημερινή περιοχή της Γαρίτσας) στον Υλλαϊκό λιμένα (σημερινή λιμνοθάλασσα Χαλικιόπουλου, περιοχή αερολιμένα Κέρκυρας). Η μεταφορά αυτή εξηγείται από το γεγονός ότι το λιμάνι του Αλκίνοου βρισκόταν στην περιοχή γύρω από την αρχαία αγορά της Κέρκυρας που κυριαρχούσαν οι ολιγαρχικοί, και γι' αυτό οι δημοκρατικοί θέλουν να τους μεταφέρουν σε μια περιοχή που κυριαρχούν οι ίδιο για να τους ελέγχουν. Ωστόσο, τα συσσωρευμένα πάθη είναι τόσο πολλά, ώστε η σφαγή να πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια της μετακίνησης από το λιμάνι του Αλκίνοου στον Υλλαϊκό λιμένα ("εἴ λάβοιεν τινα τῶν ἐχθρῶν, ἀπέκτεινον"). Μέσα δηλαδή στα πλοία, όταν εντοπίζεται ένας ολιγαρχικός δολοφονείται με συνοπτικές διαδικασίες. Οι δημοκρατικοί δολοφονούν εν ψυχρώ αυτούς τους οποίους μέχρι πριν από λίγο ικέτευαν να επανδρώσουν τα πλοία για να αντιμετωπίσουν τους επιδρομείς. Και όταν τα πλοία καταφτάνουν στον Υλλαϊκό λιμένα όσοι από τους ολιγαρχικούς πείθονται να αποβιβαστούν, εκτελούνται ("καὶ ἐκ τῶν νεῶν ὅσους ἔπεισαν ἐσβῆναι ἀπεχρῶντο").
Σε δεύτερο επίπεδο, οι δημοκρατικοί πείθουν 50 από τους ικέτες που βρίσκονταν στο ναό της Ήρας, ότι θα τους δικάσουν (δίκαια), όμως τους καταδίκασαν όλους με την ποινή του θανάτου. Προφανώς η κατηγορία συνδεόταν με την κατάλυση του πολιτεύματος, τη δολοφονία των δημοκρατικών βουλευτών και την πολιτική αναταραχή. Είναι όμως ξεκάθαρο ότι στόχος των δημοκρατικών δεν είναι η απόδοση της δικαιοσύνης αλλά η βιολογική εξόντωση των πολιτικών τους αντιπάλων. Στην ουσία οι δημοκρατικοί εξαπατούν τους ολιγαρχικούς, με τον χειρότερο μάλιστα δυνατό τρόπο, επειδή ακριβώς ό,τι συμβαίνει σχετίζεται με ανθρώπινες ζωές. Οι υπόλοιποι από τους ικέτες, βλέποντας αυτήν την παρωδία δίκης, συνειδητοποιούν ότι πλέον δεν έχουν καμία ελπίδα να σωθούν και καταλαμβάνονται από απόγνωση, αφού είτε αυτοκτονούν είτε σκοτώνουν ο ένας τον άλλο. Ακόμη και ο "ψυχρός" και ουδέτερος απέναντι στα γεγονότα Θουκυδίδης δεν μένει ασυγκίνητος, ούτε διστάζει να παρουσιάσει διεξοδικά την ανθρώπινη τραγωδία που ξετυλιγόταν εκείνη τη στιγμή στο νησί. Πολύ αργότερα, τον 1ο αι. π.Χ., ένας άλλος ιστορικός, ο Διόδωρος ο Σικελιώτης ανεβάζει τον αριθμό των νεκρών από τις ενέργειες αυτές σε 1500 άτομα, χωρίς, ωστόσο, αυτός ο αριθμός να μπορεί να επιβεβαιωθεί ή να διαψευσθεί.Οπωσδήποτε τα κίνητρα της σφαγής δεν είναι μόνο πολιτικά, και εδώ ο Θουκυδίδης παρουσιάζει τα προσωπικά και τα οικονομικά. Κατά συνέπεια πολλοί άνθρωποι δολοφονήθηκαν είτε εξαιτίας κάποιας προσωπικής έχθρας είτε οικονομικών διαφορών, όπως κάποιο δάνειο που οφειλόταν και αυτός που το είχε λάβει δεν ήθελε να το επιστρέψει. Τα κίνητρα των δολοφονιών αυτών είναι απάνθρωπα και μικρόψυχα (εξάλλου ποιο κίνητρο για ανθρωποκτονία θα μπορούσε να είναι μεγαλόψυχο;).
Σε πλήρη αντιδιαστολή με το Νικόστρατο, ο οποίος είχε επιδείξει μεγαλοψυχία, σεβασμό και μετριοπάθεια έναντι των Κερκυραίων (ακόμη και των ολιγαρχικών) προσπαθώντας - έστω και μάταια- να επιβάλλει την ειρήνευση, ο Ευρυμέδοντας (ενδεχομένως ιεραρχικά ανώτερος του Νικόστρατου) δείχνει παγερή αδιαφορία έναντι της σφαγής που πραγματοποιείται στην Κέρκυρα και δεν παρεμβαίνει σε κανέναν τομέα, αφήνοντας τους δημοκρατικούς να κυριαρχούν στο νησί. Ο Θουκυδίδης, χωρίς να ασκεί κάποια άμεση κριτική εναντίον του Ευρυμέδοντα, αναφέρει απλά την παρουσία του ("ἀφικόμενος ὁ Εὐρυμέδων"). Έστω και με αυτόν τον τρόπο, ο ιστορικός θέτει έμμεσα το ερώτημα "τι έκανε για όλα αυτά ο Ευρυμέδοντας;".
Hell does not wait, for our downfall!
Το παρακάτω μουσικό βίντεο (Motorhead, "God Was Never On Your Side") θα μπορούσε να σχετίζεται (αν και γράφτηκε με διαφορετικό σκοπό) με τα συναισθήματα αυτών των ανθρώπων, που εγκλωβισμένοι από την ατιμία, το ψέμα και τον φανατισμό των συμπολιτών τους έχασαν με τρόπο τραγικό τη ζωή τους (και δεν μιλάμε μόνο για τους φανατικούς ολιγαρχικούς, αλλά για όλους εκείνους που αναγκάστηκαν σε λάθος στιγμή να διαλέξουν λάθος στρατόπεδο). Αλήθεια ποια θα ήταν η τελευταία εικόνα που θα αντίκρισαν αυτοί οι άνθρωποι την ώρα που πέθαιναν; ποια πικρία ανείπωτη θα τους βάραινε; πόσο απογοητευμένοι θα ένιωσαν από την πίστη τους, όποια κι αν ήταν αυτή;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου